Προσφορά!

Ο μοναχικός θρήνος

Επιπλέον πληροφορίες

Συγγραφέας

Εκδόσεις

,

Έτος Έκδοσης

2,00

«Παραγγελιά, γιατί το είδε το κακό
με δρασκελιές να πλησιάζει»
Δ. ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ

Το ζεϊμπέκικο δεν είναι παίξε γέλασε. Δεν διδάσκεται, δεν μετριέται με πρότυπα ευρωπαΐζοντων χορών, δεν προϋποθέτει συγκεκριμένο ντύσιμο, τύπο σώματος, ικανότητες, «δύσκολα χορεύεται», κατά πως ξεκινά και το ανεπανάληπτο κειμήλιο του κυρίου Διονύση Χαριτόπουλου. Το ζεϊμπέκικο δεν είναι νούμερο τσίρκου, θέλει ποτό και σκοτάδι. Θέλει μεθύσι, μοναξιά, μα και κάμποσες σκέψεις χάους στο κεφάλι –«κι από κέφι ζαλισμένοι, χόρευαν οι κολασμένοι».

Το ζεϊμπέκικο δεν είναι προϊόν χορευτικού συνόλου, δεν «παρουσιάζεται» σε πάλκο, δεν είναι μπαλέτο, βαλς ή άλλος βιενέζικος χορός. Το ζεϊμπέκικο θέλει μεσάνυχτα κι οι κριτικοί του, δεν είναι χορευτές γυμνασμένοι, με πόδια λιγνά και προτίμηση στο ακριβό γαλλικό κονιάκ. Οι κριτικές απουσιάζουν, καλύπτονται από ένα βαθύ «μπράβο, ρε μάγκα» που ακούγεται την ώρα του μεγάλου χαμού.

Το ζεϊμπέκικο δεν αναλύεται, καταγράφεται. Δεν είναι ειδίκευση σε σχολή χορού, μαθαίνεται τη στιγμή της φοβερής μέθης –«και το γλέντι αρχινάνε κι όλα γύρω τους τα σπάνε». Το ζεϊμπέκικο δεν έχει βήματα, που μαθαίνει ο κάθε τσιτσιφιόγκος έφηβος, παρεμπιπτόντως με άλλους «οικουμενικούς χορούς».

Το ζεϊμπέκικο θέλει μεράκι. Να καίει η ψυχή και να ’ναι γεμάτος ο νους με μαράζι, ευτυχία ή και τα δύο. Να ανάβει η σπίθα την ώρα του χορού πότε με τα επιφωνήματα των συντρόφων και πότε με το άγριο χειροκρότημα μιας μάγκισσας, που σηκώθηκε από το τραπέζι του αγοριού της για να θαυμάσει λαθραία το ζεϊμπέκικο του μεθυσμένου μοναχικού.

Το ζεϊμπέκικο θέλει έρωτα. Κάποιον έρωτα πικρό «που λησμονήθηκε κοιτώντας προς τα περασμένα, κι έτσι θ’ απομείνει». Ανεκπλήρωτο ή μη, με το άγχος να βασανίζει τη μετριότητα.

Το ζεϊμπέκικο δεν είναι παίξε γέλασε και το καταλαβαίνει κανείς στο κείμενο του Χαριτόπουλου. Θέλει κεφάλι γεμάτο κι έναν πόθο να γίνουν όλα λίμπα –«στο ρωμέικο τραγούδι, κάηκε το πελεκούδι». Κεφάλι γεμάτο, στην προκειμένη περίπτωση, όχι μόνον έρωτα, μα και πράγματα άπιαστα για τις σχολές χορού και τα βήματά τους. Σπίτι τουρκοκρατούμενο, πρόσφυγες παππούδες, βάρβαρα νιάτα και ένα πάθος για το ροκ του μέλλοντός μας. Το ζεϊμπέκικο θέλει σκοτάδι και φως, σκλαβιά και ελευθερία, αταξία και σεμνότητα: «Σ’ αυτό τον τόπο όσοι αγαπούνε, τρώνε βρώμικο ψωμί / κι οι πόθοι τους ακολουθούνε, υπόγεια διαδρομή». Το ζεϊμπέκικο δεν είναι παίξε γέλασε.

(Από τον πρόλογο της έκδοσης)

Βλέπετε: Ο μοναχικός θρήνος 2,00
Προσθήκη στο καλάθι