Το 1966, σε συνέντευξή του η οποία δημοσιεύθηκε μετά θάνατον μια δεκαετία αργότερα, ο Martin Heidegger εξέφρασε την απελπισία του για την πορεία και το μέλλον της ανθρωπότητας, διατεινόμενος ότι πλέον, «μόνο ένας Θεός δύναται να μας σώσει», εκεί που απέτυχαν η φωνή του Είναι, ο ναζιστικός μεσσιανισμός και η ποίηση (οι ματαιόπονες διαδοχικές ελπίδες του φιλοσόφου του Μέλανα Δρυμού).
Η δήλωση αυτή, μολονότι ακούγεται «ευλαβής» στα ώτα πολλών θρησκευομένων και υπονοείται ή εκστομίζεται ευθαρσώς από πλείστους όσους θρησκευτικούς ταγούς, κρίνεται όχι απλά ως προβληματική αλλά ως μια ανίερη τοποθέτηση, τόσο από τη βιβλική οπτική της ιουδαιοχριστιανικής παράδοσης όσο και υπό το βλέμμα μιας πολιτικά εγγράμματης και δημοκρατικά εγρήγορης συνείδησης, θρεμμένης με το νεωτερικό πνεύμα της προσωπικής ευθύνης εκάστου πολίτη για την τύχη του κόσμου. Στην καλύτερη περίπτωση, η χαϊντεγγεριανή κραυγή είναι μονοφυσιτική (συνεπεία τούτου, ολέθρια απολιτική), καθώς αναμένει τα πάντα από τον Θεό, παραμερίζοντας την ανθρώπινη πρωτοβουλία και συμβολή ενάντια στη βαρβαρότητα και το χάος.
Στην ανά χείρας μελέτη υποστηρίζουμε ότι η πολιτική εκκινεί επέκεινα της «μεταφυσικής απελπισίας» και του Μεσσιανισμού, αφ’ ης στιγμής δηλαδή αφήσουμε πίσω μας τη μοιρολατρεία, μαζί με την ανεξέταστη αναπαραγωγή των παραδοσιακών ιεραρχήσεων και αποφασίζουμε ότι οι ζωές μας και τα κοινά μπορούν και πρέπει να αλλάζουν επί τα βελτίω και μάλιστα ατέρμονα, στο διηνεκές. Η χριστιανική πίστη, δοθέντος του οικουμενικού της χαρακτήρα αλλά και της μη αιτιοκρατικής εσχατολογικής της δυναμικής, δύναται να σταθεί αρωγός στο όραμα της κοινωνικής δικαιοσύνης που διέπει τη φιλελεύθερη Δημοκρατία, αρκεί να παραμένει πιστή στο πνεύμα του Χριστού και όχι των ευσεβοφανών αλλά μισάνθρωπων Φαρισαίων: ήγουν, στη λογική που εστιάζει απαρέγκλιτα και ανυποχώρητα στον άνθρωπο και τις ανάγκες του, μακριά από κάθε πορνική διαπλοκή με τον εκάστοτε Καίσαρα.
Βασική ορίζουσα του πονήματός μας είναι ότι η χριστιανική πνευματικότητα δεν προσφέρεται για απόπειρες «κατανυκτικής απόδρασης» από τον κόσμο και την ιστορία, εν όψει του Ευαγγελίου της Κρίσης, που καθιστά σαφές ότι η σχέση κάθε υποψήφιου «ουρανοπολίτη» με τον Θεό περνά οπωσδήποτε διαμέσου της έγνοιας για τη ζωή, την ελευθερία και την αξιοπρέπεια του επίγειου συνανθρώπου (σύμφωνα και με το «ποῦ ἔστιν ῎Αβελ ὁ ἀδελφός σου»;)∙ γι’ αυτό και ο μακαριστός π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ μας υπενθύμιζε ακάματα ότι όποιος αδιαφορεί για την Ιστορία, δεν μπορεί ποτέ να είναι ένας καλός χριστιανός.
(Από την παρουσίαση της έκδοσης)