Παράξενα χέρια, ίδια μ’ εκείνα που ο Ροντέν ποτέ δεν κουράστηκε να σμιλεύει, στοιχειώνουν τις διαδρομές αυτού του σκιόφωτου έργου σαν το αυγινό φως και μοιάζει να έχει υπαγορευτεί την ώρα που ξεθωριάζουν τα φαντάσματα. Εάν αυτός ο ποιητής, συνηθισμένος στις αγγελικές επισκέψεις, προτίμησε να παραμείνει πένης, ταπεινός, απογυμνωμένος έως και διάφανος, είναι επειδή ήξερε πως γεννήθηκε για να μεταδίδει, να ακούει, να μεταφράζει με κίνδυνο της ζωής του, τα μυστικά μηνύματα που του επέτρεπαν να τα συλλαμβάνουν οι κεραίες της ιδιοφυΐας του.
(Από την Εισαγωγή της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ)
Ο ποιητής αποδίδει στον Ορφέα μια αχανή φύση διότι, σε αντίθεση με τον κοινό θνητό, αναπτύχθηκε σε δυο βασίλεια και δεν ξεχωρίζει τα όρια μεταξύ της ζωής και του θανάτου. Είναι ένας από εκείνους που, βλέποντας την ιτιά να βυθίζει τις ρίζες της στον τόπο των νεκρών (σονέτο Ι, VI), γνωρίζει την τέχνη να λυγίζει τους κλώνους και να τους μετατρέπει σε λύρα, αντλώντας μ’ αυτόν τον τρόπο το υλικό του από τα δύο βασίλεια και να το μεταπλάθει σε άσμα.
(Από το Επίμετρο της Ιωάννας Αβραμίδου)